Πέμπτη 28 Σεπτεμβρίου 2017

Πρώτη φορά , τόσοι πολλοί , Τις μέρες των γιορτών, για να περάσουμε μαζί. Αρσενικά και θηλυκά περιτριγύριζαν. Το ένα μετά τ' άλλο, ασταμάτητα. Κι όλοι τους θέλανε κάτι να πουν κι εγώ να απαντήσω. Πρώτη ήρθε μια κοπέλα, Το όνομά της ρομαντικό, Μελαγχολία.. Ήταν ήρεμη, ακίνητη, σαν παγωμένη σκιά. Μετά ήρθε ένα αγόρι,παράξενο. Αν και φαινότανε καχεκτικό κι αδύναμο, σαν μου έσφιξε το χέρι, πόνεσα. Πόνεσα μέχρι την καρδιά, που κόντεψε να σταματήσει. Ήταν ο Πόνος, έτσι το βάφτισαν, έτσι συστήθηκε σε μένα! Μετά ήρθε μιαν άλλη ομορφιά. Περίεργο όνομα...... Μνήμη, την έλεγαν. Ήταν γεμάτη δώρα. Δώρα που δεν τα ήθελα. Αλλά εκείνη επέμενε και μου τα πέρασε κορώνα !!! Και δεν ξέρω αν ήτανε τα αγόρι, που άρχισε να μου σφίγγει πιο πολύ το χέρι ή τα στολίδια της κορώνας , οι αναμνήσεις που την στόλιζαν, και άρχισαν να με τρελαίνουν. Ευτυχώς, η Μελαγχολία αποχώρησε διακριτικά. Παραχώρησε τη θέση της σε μιαν άλλη κυρία, την λέγανε Απελπισία. Η Οργή κι ο Έρωτας ήταν κι αυτοί εκεί , παρέα με τον Όλεθρο, την Ταπείνωση, την Αγανάκτηση Την Λύπη και την Θλίψη! Ξάφνου ένα μικρό κορίτσι μ' έσπρωξε... Τι θέλεις εσύ εδώ, δεν σε γνωρίζω, της είπα. Πρώτη φορά σε βλέπω στην ζωή μου! Ποια είσαι, ρώτησα... Με λένε Ελπίδα, έλα ! Έλα μαζί μου, έλα να σε δροσίσει ο αγέρας. Βγες στο μπαλκόνι σου και κοίτα.... ΔΕΝ ΞΈΡΩ, νόμιζα πως κάτι είδα. Μα τα μάτια μου, γέρικα και ξάγρυπνα , δεν διέκριναν. Περίεργα παιχνίδια μου παίζεις Ελπίδα, γύρισα και είπα στην μικρή. Φίλη με την Απελπισία είσαι, σαλέψατε τον Νου μου! Και γύρισα να πέσω στο ντιβάνι! Όμως, τα πόδια μου αλλού με οδήγησαν. Ανυπόμονα κατέβηκαν τις σκάλες. Ξεχύθηκα στο δρόμο. Κι όταν πλησίασα λαχανιασμένος, για να δω..αυτό που νόμιζα πως είδα...τίποτα δεν υπήρχε! ¨Έψαξα.... Κι ύστερα γύρισα πίσω στο γιορτινό μου πάρτι.... με τον Πόνο, τον ¨Έρωτα, την Απελπισία, τον Όλεθρο και όλους τους άλλους, ανεπιθύμητους επισκέπτες, να είναι ακόμη εκεί, κεφάτοι, πρόθυμοι να μου χαρίσουνε τα δώρα τους, μόνο η Ελπίδα δεν φαινόταν πουθενά...... και ξαφνικά, στις νότες ενός τραγουδιού, που σ' έστελνε για ύπνο, εκεί κάτι ανέτειλε... Δεν μπορεί, δεν είναι δυνατόν... Κι όμως είμαι σίγουρος...... ναι!!! Και τότε ξαναφάνηκε η μικρή, η Ελπίδα! Δεν είχε φύγει ποτέ από το σπίτι ! Απλά, κάπου είχε κρυφτεί... κάπου ξεκουραζόταν, περιμένοντας και πάλι την σειρά της, και μου είπε: Είδες που στα έλεγα.... Εγώ είμαι πολύ πιο μικρή από σένα! Πρώτα θα πεθάνεις εσύ και μετά εγώ!!! Άντε σήκω. Πάρε το όπλο σου και πολέμα! Εδώ δεν είναι σύνορα! Σήκω και προχώρα! Μια μάχη θα δώσεις ακόμη ! Μια μάχη που θέλεις να την κερδίσεις οπωσδήποτε! Μια μάχη που είναι αποκλειστικά δική σου! Θα την αφήσεις έτσι; Έτσι κι αλλιώς εγώ θα πεθάνω τελευταία... σε κερδίζω όπως και να 'ναι Προχώρα !!!!!!

Δεν υπάρχουν σχόλια: